Strong's Greek
Example Zoom search template page
Search results for: παροργίζων

1 entry found. Showing up to 25.
... - anger, provoke to wrath. see GREEK para see GREEK orgizo Forms and Transliterations παροργιζετε παροργίζετε παροργίζητέ παροργίζοντες παροργίζοντές παροργίζουσι παροργίζων παροργίσαι παροργίσαί παροργίσματα παροργισμάτων παροργίσωσι παροργίσωσί παροργιω παροργιώ παροργιῶ παρώργισαν παρώργισάν παρώργισας παρωργίσατε παρώργισε παρώργισεν parorgio parorgiô parorgiō parorgiō̂ parorgizete parorgízete ...
https://biblehub.com/greek/3949.htm








Top of Page
Top of Page