Strong's Greek
Example Zoom search template page
Search results for: ἐνίψατο

2 entries found. Showing up to 25.
... - wash. Compare louo . see GREEK louo Forms and Transliterations ενίπτοντο ενιψα ένιψα ἔνιψα ενιψαμην ενιψάμην ἐνιψάμην ενίψαντο ενιψατο ενίψατο ἐνίψατο ένιψε ενιψεν ένιψεν ἔνιψεν νένιπται νιπτειν νίπτειν νιπτεις νίπτεις νίπτεσθαι νιπτονται νίπτονται νίπτωνται Νισάν νίτρω νιφετός νιφήσεται νιψαι νίψαι νιψαμενος νιψάμενος ...
https://biblehub.com/greek/3538.htm
... Occ. Νινευίταις — 1 Occ. νιπτῆρα — 1 Occ. ἔνιψα — 1 Occ. ἐνιψάμην — 1 Occ. ἐνίψατο — 1 Occ. ἔνιψεν — 2 Occ. νίψαι — 3 Occ. νιψάμενος — 1 Occ. νίψασθαι — ...
https://biblehub.com/greek/3535.htm








Top of Page
Top of Page